III. Ελλάδα: η αντικειμενική υπόσταση του διεθνισμού...
Η έλλειψη κάποιας δογματικής θέσης για ''το εθνικό ζήτημα'' οδήγησε πολλούς επιγόνους στην αυθαιρεσία. Για παράδειγμα, προκαλεί κατάπληξη το γεγονός ότι στη χώρα μας,οι μεν ''διεθνιστές'' όχι μόνο διεκδικούν τη θεωρητική τους συνέπεια (με τα συνθήματα, όπως είδαμε, της μαρξιστικής παράδοσης), αλλά έχουν και την ανέλπιστη τύχη(!) να ζουν σε μια χώραπου - κατά τη γνώμη τους - είναι ... ιμπεριαλιστική, και επομένως ο διεθνισμός τους είναι όχι μόνο συνεπής, αλλά και επιβαλλόμενος. Από κοντά βεβαίως και οι ''εθνικοί'' δεν περιορίζονται να ταυτίζουν σε κάθε περίπτωση ''εθνικό'' και ''ταξικό'', αλλά δικαιολογούν τις ελληνικές θέσεις τους βαφτίζοντας το ελληνικό κράτος προτεκτοράτο των Μεγάλων Δυνάμεων. Θα είχε ασφαλώς ενδιαφέρον, όχι μόνο θεωρητικό, να γνωρίζαμε τη στάση των μεν ''διεθνιστών'' στην περίπτωση που η Ελλάδα δεν ήταν ιμπεριαλιστική χώρα, αλλά απειλούμενη, των δε ''εθνικών'' στην περίπτωση που το προτεκτοράτο γινόταν η ''αιχμή του δόρατος'' των δυτικών επιδιώξεων και εκδήλωνε ιμπεριαλιστικές ορέξεις...
Εδώ, όπως είναι προφανές, δεν πρόκειται παρά για την προκρούστεια λογική της υπαγωγής της πραγματικότητας στις ανάγκες της θεωρίας. Αλλά έστω κι έτσι, αυτό που μένει είναι η έμμεση έστω αναγνώριση πως οι ''αρχές'' δεν αρκούν για την αντιμετώπιση της πραγματικότητας. Αυτή η ''λογική'' της υπαγωγής της πραγματικότητας στη θεωρία είχε ως αποτέλεσμα την επιλεκτική πολιτική νομιμοποίηση διαφόρων εθνικών προβλημάτων της χώρας.
Στο συγκεκριμένο ζήτημα, Αριστερά και Δεξιά πορεύτηκαν χέρι-χέρι... Έτσι, για τους μεν δεξιούς ιστορικά υπήρχε μόνο η ''μικρή μας αδελφή'' Βόρεια Ήπειρος, ενώ την ίδια ώρα ξεπουλούσαν ξεδιάντοπα την Κύπρο, γιατί μόνο έτσι μπορούσαν να είναι ταυτοχρόνως και αντικομμουνιστές και πιστοί στο δυτικό Κύριο τους. Από την άλλη (αλλά βεβαίως χωρίς να συμψηφίζονται οι ευθύνες...) για τους Δημοκρατικούς και Αριστερούς υπήρχε μόνο η Κύπρος (υπάρχει ακόμη;), ενώ ποτέ κανείς δεν τους έθεσε το ζήτημα των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας της Βορείας Ηπείρου, γιατί μόνο έτσι μπορούσαν να είναι ταυτοχρόνως και αντιιμπεριαλιστές και να μην ενισχύουν τον εγχώριο αντικομμουνισμό.
Να σημειώσουμε εδώ πως ο αντικομμουνισμός στη χώρα δεν ασκήθηκε παρά ελάχιστα από ''κοινωνική'' ή ''πολιτικη'' σκοπιά (υπεράσπιση ''ελευθεριών'', ατομικής ιδιοκτησίας κλπ.). Αντίθετα, κύριο όπλο του υπήρξε η λεγόμενη ''εθνικοφροσύνη'' (ασφαλώς εθνικοφροσύνη στα λόγια, νεοραγιαδισμός στην πράξη, όπως έδειξε η Ιστορία ...).
Η επιλογή αυτού του επιπέδου αντιπαράθεσης δεν είναι άσχετη ούτε με την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, ούτε με την ίδια τη ''φύση'' της χώρας. Εξάλλου ποιές ''ελευθερίες'' θα μπορούσε να επικαλεστεί ένα καθεστώς βίας και μαζικής φτώχειας. Όμως αυτή η ίδια η σχιζοφρενική κατά τα άλλα ''επιλεκτική πολιτική νομιμοποίηση'' των εθνικών ζητημάτων δεν φανερώνει τίποτε περισσότερο από τη διφυή φύση του ζητήματος. Με άλλα λόγια αυτό που από την αρχή του σημειώματός μας προσπαθούμε να πούμε. Το δίλημμα λοιπόν ''εθνικοί'' ή ''διεθνιστές''είναι - ενμέρει - ψεύτικο, αφού γι΄ αυτό δεν αποφασίζει - αποκλειστικά - η υποκειμενική (μας) βούληση, αλλά η πραγματικότητα.
Το βορειοηπειρωτικό ήταν όντως ένα ''δεξιό'' εθνικό ζήτημα. Όχι ασφαλώς επειδή η ελληνική μειονότητα δεν είχε το ιστορικό δικαίωμα να απολαμβάνει όσα και οι υπόλοιποι πολίτες στην Αλβανία, αλλά γιατί το κύριο σε αυτή τη διεκδίκηση - εκείνη την εποχή - ήταν η αντικομμουνιστική προοπτική του. Και αυτό το λέμε σήμερα εμείς. Σήμερα που πλέον είναι καθαρό για τι είδους ''κομμουνισμό'' επρόκειτο. Εμείς που διαμορφωθήκαμε πολιτικά πάνω στη ριζική αμφισβήτηση αυτού του ''κομμουνιστικού μοντέλου''...
Υποστηρίζουμε λοιπόν ξεκάθαρα πως στην Ελλάδα σήμερα κυριότερος εχθρός δεν είναι ο εθνικισμός, αλλά ο νεοραγιαδισμός (με την μορφή του ''ρεαλισμού'',του ''εκσυγχρονισμού'' και της υποταγής στις δυτικές επιταγές). Αυτή η θέση δεν είναι αυθαίρετη στηρίζεται στην ίδια την αντικειμενική υπόσταση της χώρας, στη φύση της ηγετικής τάξης καθώς και τις δυνατότητες της, όπως θα δούμε πιο κάτω. Επανερχόμενοι λοιπόν στον αντικειμενικό χαρακτήρα του διεθνισμού/εθνισμού,ας σημειώσουμε πως αρκετά ''εθνικιστικά κινήματα'' προωθούν πολύ περισσότερο το διεθνισμό από τους εραστές του κοσμοπολιτισμού και τους ανθρώπους της καλής θέλησης...Αντίθετα η ''διεθνιστική'' ή και κοσμοπολίτικη κίνηση του κεφαλαίου εμποδίζει την ανάπτυξη του διεθνισμού μεταξύ των λαών, δεδομένου ότι κατασκευάζει ανισότητες και ανταγωνισμούς.
Τα πράγματα φυσικά είναι σχετικά εύκολα όταν πρόκειται για μια σύγκρουση του Κέντρου με την Περιφέρεια (αν και εδώ δεν λείπουν τα προβλήματα από τους εραστές του απόλυτου (!), που αρνούνται να δουν την ουσία π.χ της σύγκρουσης ΗΠΑ-Ιράκ ή αυτής μεταξύ Σερβίας και του Ευρωπα'ι'κού Διευθυντηρίου, και αντιθέτως μένουν στα επιφαινόμενα του...χαρακτήρα του Σαντάμ ή του Μιλόσεβιτς...), όμως γίνονται πολύ πιο περίπλοκα (για την μανιχα'ι'στική ηθική ορισμένων φυσικά...) όταν οι συγκουόμενες χώρες ανήκουν στην ίδια αναπτυξιακή βαθμίδα.
Σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση είμαστε υποχρεωμένοι να μπούμε πιο βαθιά στο ''χαρακτήρα'' της σύγκρουσης, στο είδος των αντιτιθέμενων συμφερόντων και κυρίως στην πολιτική σημασία των αποτελεσμάτων αυτής της σύγκρουσης. Φαίνονται όλα αυτά αρκετά ''μακιαβελικά''; Δεν ήταν όμως ο ίδιος ο Μαρξ που ονόμαζε, για παράδειγμα, τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ''σημαιοφόρους της προόδου'' στην Ανατολή; Δεν είναι μήπως ο αγώνας των Παλαιστινίων για ''μια πατρίδα'' που βοηθά χρόνια τώρα στην αφύπνιση των Αράβων; Δεν είναι ο αγώνας των Κούρδων για ένα εθνικό κράτος που τους ''μαθαίνει'' τη φύση του ιμπεριαλισμού; Δεν είναι οι Βάσκοι και οι Ιρλανδοί που βρήκαν το δρόμο να συνενώσουν εθνικό και ταξικό;
Για όσους δεν κατανοούν τι σημαίνει πολιτική σημασία μιας σύγκρουσης, ας αναφερθούμε στο παράδειγμα της σύγκρουσης Κροατών, μουσουλμάνων και Σέρβων στη Βοσνία. Η σύγκρουση αυτή καταρχήν δεν αφορά τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα κανενός από αυτούς τους λαούς. Είναι ορθό λοιπόν να καταδικάζεται η σύγκρουση και να διεκδικείται η ειρήνη. Όμως και ο πλέον αφελής καταλαβαίνει ότι, δεδομένης της σύγκρουσης , η νίκη των μεν ή των δε έχει διαφορετική πολιτική σημασία για απόκρουση των σχεδίων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στην περιοχή. Επίσης, πάλι ως παράδειγμα, είναι βέβαιο ότι ο τιτο'ι'κός ''σοσιαλισμός'' της Γιουγκοσλαβίας αποτελούσε μια γελοιογραφία σοσιαλισμού, όμως δεν ήταν αυτός ο λόγος που οι ευρωπα'ι'κές δυνάμεις προώθησαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, όπως ασφαλώς δεν ήταν αυτός ο λόγος που πάρα πολλά επαναστατικά κινήματα στον κόσμο είδαν ως σημαντικότερο σε αυτή τη διάλυση την αποκοπή του τελευταίου τους δρόμου (ή της τελευταίας βάσης τους...) προς το ευρωπα'ι'κό κέντρο, και επομένως ήταν αντίθετα προς αυτή τη διάλυση.
Σε αυτά τα ''πεζά'' παραδείγματα φαίνεται καθαρά, κατά τη γνώμη μας, αυτό που ορίσαμε ως ''αντικειμενική υπόσταση του διεθνισμού''. Με δύο λόγια, διεθνισμός είναι ότι καταστρέφει τη σημερινή παγκόσμια ιμπεριαλιστική δομή, την παγκόσμια Τάξη και Νέα Τάξη και ότι αντίθετα προωθεί την ισότητα των λαών και των ανθρώπων. Σε αυτό τον αντικειμενικό αγώνα υπάρχουν χώρες που από τη θέση τους μέσα σε αυτή τη δομή είναι αντιδραστικές. Πιο απλά δεν γίνεται...
Επανερχόμενοι στα δικά μας, το κυριότερο ερώτημα πρέπει να αφορά τη ''φύση'' και τη θέση της Ελλάδας στην παγκόσμια ιεραρχική πυραμίδα. Αποτελεί, λοιπόν, η Ελλάδα μια χώρα του Κέντρου που εκμεταλεύεται εκτός από τη δική της εργατική δύναμη και αυτή των χωρών της Περιφέρειας; Ασφαλώς όχι. Και αυτό νομίζουμε δεν χρειάζεται επιπλέον επιχειρηματολογία. Μήπως όμως αποτελεί μια φτωχή χώρα της Περιφέρειας που αρκείται να προμηθεύει με ζωντανή και νεκρή ''αξία'' το Κέντρο; Δύσκολα θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος κάτι τέτοιο.
Εδώ, κατά την γνώμη μας, βρίσκεται το κλειδί για πολλές απαντήσεις...Η Ελλάδα δεν είναι Κέντρο, ούτε ασφαλώς Περιφέρεια, δεν αποτελεί δηλαδή ούτε απλό εξάρτημα του Κέντρου, ούτε ζει από την εκμετάλευση τρίτων. Η Ελλάδα είναι χώρα της Ημιπεριφέρειας που ελπίζει, ουτοπικά βεβαίως, να βελτιώσει τη θέση της, να μπει δηλαδή στην Περίμετρο του κέντρου. Υπό ορισμένη έννοια, ο αντιφατικός χαρακτήρας πολλών κοινωνικών φαινομένων στη χώρα έχει σχέση με αυτήν της την ένταξη. Με το γεγονός δηλαδή ότι δεν ανήκει σε μια ''καθαρή'' κατηγορία (π.χ. Κέντρο ή Περιφέρεια), ούτε επίσης πλησίον του ενός ή του άλλου πόλου, ώστε να κυριαρχείται από την αντίστοιχη...ιδεολογία. Ανήκει αντιθέτως στο ''κέντρο'' της παγκόσμιας καπιταλιστικής διάταξης.
Κατά κάποιο τρόπο η χώρα, ή μάλλον η θέση της, αντιπροσωπεύει ότι οι ''μικροαστοί'' σε εισαγωγικά, γιατί εδώ δεν τον χρησιμοποιούμε υποτιμητικά, γνωρίζοντας (από την Ιστορία) πως αν και οι μικροαστοί ποτέ δεν αποτέλεσαν το καθοριστικό στρώμα, υπήρξαν εντούτοις σχεδόν πάντοτε το αποφασιστικό κοινωνικό τμήμα που έκρινε την επιτυχία κάθε κοινωνικής αλλαγής ή επανάστασης...
Οι χώρες της Ημιπεριφέρειας, σύμφωνα με μερικούς, αποτελούν το κλειδί της σταθερότητας της σύγχρονης κοσμοοικονομίας (Βαλερστάιν), γιατί εμποδίζουν την πόλωση Κέντρου - Περιφέρειας. Για κάποιους άλλους, αντίθετα, αποτελούν τον προνομιακό χώρο ανατροπής αυτής της ιεραρχικής διάταξης. Πράγματι, εδώ δεν υπάρχει η ''αφασία'' του Κέντρου, ο οικονομικός ιμπεριαλισμός, που δημιουργεί συνενόχους σε πλατιά τμήματα του πληθυσμού. Δεν υπάρχει (ως κοινωνικό φαινόμενο) ο ρατσισμός. Δεν υπάρχει όμως από την άλλη ούτε η μιζέρια της Περιφέρειας, η περιθωριοποίηση μεγάλων τμημάτων του πλυθησμού... Με δυο λόγια, οι χώρες της Ημιπεριφέρειας αποτελούν τους αδύνατους κρίκους της παγκόσμιας καπιταλιστικής αλυσίδας.
Στην ίδια ακριβώς βαθμίδα ανήκει η φίλη και σύμμαχος Τουρκία. Στη σύγκρουση λοιπόν με την Τουρκία η Ελλάδα διαθέτει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Πλεονεκτήματα είναι τα ποιοτικά της στοιχεία (οικονομία, επίπεδο κοινωνικής αποτελεσματικότητας...) και μειονεκτήματα τα συντριπτικά κατώτερα ποσοτικά της μεγέθη. Αντικειμενικά λοιπόν η προσφυγή στην εξωοικονομική βία ( διάβαζε πόλεμος) θα συνέφερε σαφώς την Τουρκία. Βεβαίως η βάση του ανταγωνισμού των δύο χωρών είναι η αποκλειστική πρακτόρευση των δυτικών συμφερόντων... Όμως σε αυτό τον ανταγωνισμό η Ελλάδα δεν έχει - τουλάχιστον μέχρι σήμερα - αντιταχθεί παρά με την αυξανόμενη υποταγή της στα δυτικά κελεύσματα. Βέβαια αυτή η σχηματική αναγωγή της σύγκρουσης των δύο χωρών στην ''οικονομία'' δεν μπορεί να εξηγήσει όλες τις ιστορικές,γεωγραφικές και πολιτισμικές παραμέτρους της αντιπαράθεσης...
Αν λοιπόν η ανάπτυξη είναι ουτοπία και για την μιά χώρα και για την άλλη, μέσα στο σιδερένιο κλουβί τηε Ημιπεριφέρειας, χρέος των επαναστατικών δυνάμεων και εδώ και στην Τουρκία είναι ''να αποκαλύψουν'' το χαρακτήρα αυτής της σύγκρουσης, την πραγματικότητα αυτής της ουτοπίας και να αγωνιστούν εναντίον των πηγών της κακοδαιμονίας τους. Ειδικότερα στην Ελλάδα, χρέος όλων των επαναστατικών κοινωνικών δυνάμεων είναι ''να αποκαλύψουν'' τη νεοραγιάδικη φύση του ελληνικού καπιταλισμού, τον αντιδραστικό κοινωνικό και εθνικό χαρακτήρα της ελληνικής αστικής τάξης και να παλέψουν εναντίον της καθημερινής εκπόρνευσης της χώρας από το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο...
Είναι αυτονόητο ότι αυτή η εναντίωση στο δυτικό κεφάλαιο πρέπει να γίνεται χωρίς ίχνος αντιδραστικού ''αντί-δυτικισμού''...
Αλλά βεβαίως όλα θα παιχτούν στο επίπεδο της πράξης. Αν οι επαναστατικές δυνάμεις δεν κατανοήσουν τους καιρούς και δεν δράσουν, τότε αυτό το κενό θα το καλύψουν ξένα προς τις λα'ι'κές δυνάμεις πολιτκά συμφέροντα. Και η Αριστερά θα μείνει ακόμη μια φορά με... την παρθενιά της...
Χρήστος Νάσιος Δεκέμβρης 1992 Περιοδικό CONVOY
Σημείωση δική μας : Όσον αφορά την ανάλυση για την ισορροπία δυνάμεων και την τοποθέτηση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα Ελλάδος και Τουρκίας πολλά πράγματα έχουν αλλάξει από το 1992 που γράφτηκε το κείμενο, άλλωστε 20 χρόνια δεν είναι και λίγα και η τότε ανάλυση δεν ανταποκρίνεται ακριβώς στην σημερινή κατάσταση. Οι επισημάνσεις στις τρεις αναρτήσεις του κειμένου δικές μας.
Η έλλειψη κάποιας δογματικής θέσης για ''το εθνικό ζήτημα'' οδήγησε πολλούς επιγόνους στην αυθαιρεσία. Για παράδειγμα, προκαλεί κατάπληξη το γεγονός ότι στη χώρα μας,οι μεν ''διεθνιστές'' όχι μόνο διεκδικούν τη θεωρητική τους συνέπεια (με τα συνθήματα, όπως είδαμε, της μαρξιστικής παράδοσης), αλλά έχουν και την ανέλπιστη τύχη(!) να ζουν σε μια χώραπου - κατά τη γνώμη τους - είναι ... ιμπεριαλιστική, και επομένως ο διεθνισμός τους είναι όχι μόνο συνεπής, αλλά και επιβαλλόμενος. Από κοντά βεβαίως και οι ''εθνικοί'' δεν περιορίζονται να ταυτίζουν σε κάθε περίπτωση ''εθνικό'' και ''ταξικό'', αλλά δικαιολογούν τις ελληνικές θέσεις τους βαφτίζοντας το ελληνικό κράτος προτεκτοράτο των Μεγάλων Δυνάμεων. Θα είχε ασφαλώς ενδιαφέρον, όχι μόνο θεωρητικό, να γνωρίζαμε τη στάση των μεν ''διεθνιστών'' στην περίπτωση που η Ελλάδα δεν ήταν ιμπεριαλιστική χώρα, αλλά απειλούμενη, των δε ''εθνικών'' στην περίπτωση που το προτεκτοράτο γινόταν η ''αιχμή του δόρατος'' των δυτικών επιδιώξεων και εκδήλωνε ιμπεριαλιστικές ορέξεις...
Εδώ, όπως είναι προφανές, δεν πρόκειται παρά για την προκρούστεια λογική της υπαγωγής της πραγματικότητας στις ανάγκες της θεωρίας. Αλλά έστω κι έτσι, αυτό που μένει είναι η έμμεση έστω αναγνώριση πως οι ''αρχές'' δεν αρκούν για την αντιμετώπιση της πραγματικότητας. Αυτή η ''λογική'' της υπαγωγής της πραγματικότητας στη θεωρία είχε ως αποτέλεσμα την επιλεκτική πολιτική νομιμοποίηση διαφόρων εθνικών προβλημάτων της χώρας.
Στο συγκεκριμένο ζήτημα, Αριστερά και Δεξιά πορεύτηκαν χέρι-χέρι... Έτσι, για τους μεν δεξιούς ιστορικά υπήρχε μόνο η ''μικρή μας αδελφή'' Βόρεια Ήπειρος, ενώ την ίδια ώρα ξεπουλούσαν ξεδιάντοπα την Κύπρο, γιατί μόνο έτσι μπορούσαν να είναι ταυτοχρόνως και αντικομμουνιστές και πιστοί στο δυτικό Κύριο τους. Από την άλλη (αλλά βεβαίως χωρίς να συμψηφίζονται οι ευθύνες...) για τους Δημοκρατικούς και Αριστερούς υπήρχε μόνο η Κύπρος (υπάρχει ακόμη;), ενώ ποτέ κανείς δεν τους έθεσε το ζήτημα των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας της Βορείας Ηπείρου, γιατί μόνο έτσι μπορούσαν να είναι ταυτοχρόνως και αντιιμπεριαλιστές και να μην ενισχύουν τον εγχώριο αντικομμουνισμό.
Να σημειώσουμε εδώ πως ο αντικομμουνισμός στη χώρα δεν ασκήθηκε παρά ελάχιστα από ''κοινωνική'' ή ''πολιτικη'' σκοπιά (υπεράσπιση ''ελευθεριών'', ατομικής ιδιοκτησίας κλπ.). Αντίθετα, κύριο όπλο του υπήρξε η λεγόμενη ''εθνικοφροσύνη'' (ασφαλώς εθνικοφροσύνη στα λόγια, νεοραγιαδισμός στην πράξη, όπως έδειξε η Ιστορία ...).
Η επιλογή αυτού του επιπέδου αντιπαράθεσης δεν είναι άσχετη ούτε με την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, ούτε με την ίδια τη ''φύση'' της χώρας. Εξάλλου ποιές ''ελευθερίες'' θα μπορούσε να επικαλεστεί ένα καθεστώς βίας και μαζικής φτώχειας. Όμως αυτή η ίδια η σχιζοφρενική κατά τα άλλα ''επιλεκτική πολιτική νομιμοποίηση'' των εθνικών ζητημάτων δεν φανερώνει τίποτε περισσότερο από τη διφυή φύση του ζητήματος. Με άλλα λόγια αυτό που από την αρχή του σημειώματός μας προσπαθούμε να πούμε. Το δίλημμα λοιπόν ''εθνικοί'' ή ''διεθνιστές''είναι - ενμέρει - ψεύτικο, αφού γι΄ αυτό δεν αποφασίζει - αποκλειστικά - η υποκειμενική (μας) βούληση, αλλά η πραγματικότητα.
Το βορειοηπειρωτικό ήταν όντως ένα ''δεξιό'' εθνικό ζήτημα. Όχι ασφαλώς επειδή η ελληνική μειονότητα δεν είχε το ιστορικό δικαίωμα να απολαμβάνει όσα και οι υπόλοιποι πολίτες στην Αλβανία, αλλά γιατί το κύριο σε αυτή τη διεκδίκηση - εκείνη την εποχή - ήταν η αντικομμουνιστική προοπτική του. Και αυτό το λέμε σήμερα εμείς. Σήμερα που πλέον είναι καθαρό για τι είδους ''κομμουνισμό'' επρόκειτο. Εμείς που διαμορφωθήκαμε πολιτικά πάνω στη ριζική αμφισβήτηση αυτού του ''κομμουνιστικού μοντέλου''...
Υποστηρίζουμε λοιπόν ξεκάθαρα πως στην Ελλάδα σήμερα κυριότερος εχθρός δεν είναι ο εθνικισμός, αλλά ο νεοραγιαδισμός (με την μορφή του ''ρεαλισμού'',του ''εκσυγχρονισμού'' και της υποταγής στις δυτικές επιταγές). Αυτή η θέση δεν είναι αυθαίρετη στηρίζεται στην ίδια την αντικειμενική υπόσταση της χώρας, στη φύση της ηγετικής τάξης καθώς και τις δυνατότητες της, όπως θα δούμε πιο κάτω. Επανερχόμενοι λοιπόν στον αντικειμενικό χαρακτήρα του διεθνισμού/εθνισμού,ας σημειώσουμε πως αρκετά ''εθνικιστικά κινήματα'' προωθούν πολύ περισσότερο το διεθνισμό από τους εραστές του κοσμοπολιτισμού και τους ανθρώπους της καλής θέλησης...Αντίθετα η ''διεθνιστική'' ή και κοσμοπολίτικη κίνηση του κεφαλαίου εμποδίζει την ανάπτυξη του διεθνισμού μεταξύ των λαών, δεδομένου ότι κατασκευάζει ανισότητες και ανταγωνισμούς.
Τα πράγματα φυσικά είναι σχετικά εύκολα όταν πρόκειται για μια σύγκρουση του Κέντρου με την Περιφέρεια (αν και εδώ δεν λείπουν τα προβλήματα από τους εραστές του απόλυτου (!), που αρνούνται να δουν την ουσία π.χ της σύγκρουσης ΗΠΑ-Ιράκ ή αυτής μεταξύ Σερβίας και του Ευρωπα'ι'κού Διευθυντηρίου, και αντιθέτως μένουν στα επιφαινόμενα του...χαρακτήρα του Σαντάμ ή του Μιλόσεβιτς...), όμως γίνονται πολύ πιο περίπλοκα (για την μανιχα'ι'στική ηθική ορισμένων φυσικά...) όταν οι συγκουόμενες χώρες ανήκουν στην ίδια αναπτυξιακή βαθμίδα.
Σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση είμαστε υποχρεωμένοι να μπούμε πιο βαθιά στο ''χαρακτήρα'' της σύγκρουσης, στο είδος των αντιτιθέμενων συμφερόντων και κυρίως στην πολιτική σημασία των αποτελεσμάτων αυτής της σύγκρουσης. Φαίνονται όλα αυτά αρκετά ''μακιαβελικά''; Δεν ήταν όμως ο ίδιος ο Μαρξ που ονόμαζε, για παράδειγμα, τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ''σημαιοφόρους της προόδου'' στην Ανατολή; Δεν είναι μήπως ο αγώνας των Παλαιστινίων για ''μια πατρίδα'' που βοηθά χρόνια τώρα στην αφύπνιση των Αράβων; Δεν είναι ο αγώνας των Κούρδων για ένα εθνικό κράτος που τους ''μαθαίνει'' τη φύση του ιμπεριαλισμού; Δεν είναι οι Βάσκοι και οι Ιρλανδοί που βρήκαν το δρόμο να συνενώσουν εθνικό και ταξικό;
Για όσους δεν κατανοούν τι σημαίνει πολιτική σημασία μιας σύγκρουσης, ας αναφερθούμε στο παράδειγμα της σύγκρουσης Κροατών, μουσουλμάνων και Σέρβων στη Βοσνία. Η σύγκρουση αυτή καταρχήν δεν αφορά τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα κανενός από αυτούς τους λαούς. Είναι ορθό λοιπόν να καταδικάζεται η σύγκρουση και να διεκδικείται η ειρήνη. Όμως και ο πλέον αφελής καταλαβαίνει ότι, δεδομένης της σύγκρουσης , η νίκη των μεν ή των δε έχει διαφορετική πολιτική σημασία για απόκρουση των σχεδίων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στην περιοχή. Επίσης, πάλι ως παράδειγμα, είναι βέβαιο ότι ο τιτο'ι'κός ''σοσιαλισμός'' της Γιουγκοσλαβίας αποτελούσε μια γελοιογραφία σοσιαλισμού, όμως δεν ήταν αυτός ο λόγος που οι ευρωπα'ι'κές δυνάμεις προώθησαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, όπως ασφαλώς δεν ήταν αυτός ο λόγος που πάρα πολλά επαναστατικά κινήματα στον κόσμο είδαν ως σημαντικότερο σε αυτή τη διάλυση την αποκοπή του τελευταίου τους δρόμου (ή της τελευταίας βάσης τους...) προς το ευρωπα'ι'κό κέντρο, και επομένως ήταν αντίθετα προς αυτή τη διάλυση.
Σε αυτά τα ''πεζά'' παραδείγματα φαίνεται καθαρά, κατά τη γνώμη μας, αυτό που ορίσαμε ως ''αντικειμενική υπόσταση του διεθνισμού''. Με δύο λόγια, διεθνισμός είναι ότι καταστρέφει τη σημερινή παγκόσμια ιμπεριαλιστική δομή, την παγκόσμια Τάξη και Νέα Τάξη και ότι αντίθετα προωθεί την ισότητα των λαών και των ανθρώπων. Σε αυτό τον αντικειμενικό αγώνα υπάρχουν χώρες που από τη θέση τους μέσα σε αυτή τη δομή είναι αντιδραστικές. Πιο απλά δεν γίνεται...
Επανερχόμενοι στα δικά μας, το κυριότερο ερώτημα πρέπει να αφορά τη ''φύση'' και τη θέση της Ελλάδας στην παγκόσμια ιεραρχική πυραμίδα. Αποτελεί, λοιπόν, η Ελλάδα μια χώρα του Κέντρου που εκμεταλεύεται εκτός από τη δική της εργατική δύναμη και αυτή των χωρών της Περιφέρειας; Ασφαλώς όχι. Και αυτό νομίζουμε δεν χρειάζεται επιπλέον επιχειρηματολογία. Μήπως όμως αποτελεί μια φτωχή χώρα της Περιφέρειας που αρκείται να προμηθεύει με ζωντανή και νεκρή ''αξία'' το Κέντρο; Δύσκολα θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος κάτι τέτοιο.
Εδώ, κατά την γνώμη μας, βρίσκεται το κλειδί για πολλές απαντήσεις...Η Ελλάδα δεν είναι Κέντρο, ούτε ασφαλώς Περιφέρεια, δεν αποτελεί δηλαδή ούτε απλό εξάρτημα του Κέντρου, ούτε ζει από την εκμετάλευση τρίτων. Η Ελλάδα είναι χώρα της Ημιπεριφέρειας που ελπίζει, ουτοπικά βεβαίως, να βελτιώσει τη θέση της, να μπει δηλαδή στην Περίμετρο του κέντρου. Υπό ορισμένη έννοια, ο αντιφατικός χαρακτήρας πολλών κοινωνικών φαινομένων στη χώρα έχει σχέση με αυτήν της την ένταξη. Με το γεγονός δηλαδή ότι δεν ανήκει σε μια ''καθαρή'' κατηγορία (π.χ. Κέντρο ή Περιφέρεια), ούτε επίσης πλησίον του ενός ή του άλλου πόλου, ώστε να κυριαρχείται από την αντίστοιχη...ιδεολογία. Ανήκει αντιθέτως στο ''κέντρο'' της παγκόσμιας καπιταλιστικής διάταξης.
Κατά κάποιο τρόπο η χώρα, ή μάλλον η θέση της, αντιπροσωπεύει ότι οι ''μικροαστοί'' σε εισαγωγικά, γιατί εδώ δεν τον χρησιμοποιούμε υποτιμητικά, γνωρίζοντας (από την Ιστορία) πως αν και οι μικροαστοί ποτέ δεν αποτέλεσαν το καθοριστικό στρώμα, υπήρξαν εντούτοις σχεδόν πάντοτε το αποφασιστικό κοινωνικό τμήμα που έκρινε την επιτυχία κάθε κοινωνικής αλλαγής ή επανάστασης...
Οι χώρες της Ημιπεριφέρειας, σύμφωνα με μερικούς, αποτελούν το κλειδί της σταθερότητας της σύγχρονης κοσμοοικονομίας (Βαλερστάιν), γιατί εμποδίζουν την πόλωση Κέντρου - Περιφέρειας. Για κάποιους άλλους, αντίθετα, αποτελούν τον προνομιακό χώρο ανατροπής αυτής της ιεραρχικής διάταξης. Πράγματι, εδώ δεν υπάρχει η ''αφασία'' του Κέντρου, ο οικονομικός ιμπεριαλισμός, που δημιουργεί συνενόχους σε πλατιά τμήματα του πληθυσμού. Δεν υπάρχει (ως κοινωνικό φαινόμενο) ο ρατσισμός. Δεν υπάρχει όμως από την άλλη ούτε η μιζέρια της Περιφέρειας, η περιθωριοποίηση μεγάλων τμημάτων του πλυθησμού... Με δυο λόγια, οι χώρες της Ημιπεριφέρειας αποτελούν τους αδύνατους κρίκους της παγκόσμιας καπιταλιστικής αλυσίδας.
Στην ίδια ακριβώς βαθμίδα ανήκει η φίλη και σύμμαχος Τουρκία. Στη σύγκρουση λοιπόν με την Τουρκία η Ελλάδα διαθέτει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Πλεονεκτήματα είναι τα ποιοτικά της στοιχεία (οικονομία, επίπεδο κοινωνικής αποτελεσματικότητας...) και μειονεκτήματα τα συντριπτικά κατώτερα ποσοτικά της μεγέθη. Αντικειμενικά λοιπόν η προσφυγή στην εξωοικονομική βία ( διάβαζε πόλεμος) θα συνέφερε σαφώς την Τουρκία. Βεβαίως η βάση του ανταγωνισμού των δύο χωρών είναι η αποκλειστική πρακτόρευση των δυτικών συμφερόντων... Όμως σε αυτό τον ανταγωνισμό η Ελλάδα δεν έχει - τουλάχιστον μέχρι σήμερα - αντιταχθεί παρά με την αυξανόμενη υποταγή της στα δυτικά κελεύσματα. Βέβαια αυτή η σχηματική αναγωγή της σύγκρουσης των δύο χωρών στην ''οικονομία'' δεν μπορεί να εξηγήσει όλες τις ιστορικές,γεωγραφικές και πολιτισμικές παραμέτρους της αντιπαράθεσης...
Αν λοιπόν η ανάπτυξη είναι ουτοπία και για την μιά χώρα και για την άλλη, μέσα στο σιδερένιο κλουβί τηε Ημιπεριφέρειας, χρέος των επαναστατικών δυνάμεων και εδώ και στην Τουρκία είναι ''να αποκαλύψουν'' το χαρακτήρα αυτής της σύγκρουσης, την πραγματικότητα αυτής της ουτοπίας και να αγωνιστούν εναντίον των πηγών της κακοδαιμονίας τους. Ειδικότερα στην Ελλάδα, χρέος όλων των επαναστατικών κοινωνικών δυνάμεων είναι ''να αποκαλύψουν'' τη νεοραγιάδικη φύση του ελληνικού καπιταλισμού, τον αντιδραστικό κοινωνικό και εθνικό χαρακτήρα της ελληνικής αστικής τάξης και να παλέψουν εναντίον της καθημερινής εκπόρνευσης της χώρας από το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο...
Είναι αυτονόητο ότι αυτή η εναντίωση στο δυτικό κεφάλαιο πρέπει να γίνεται χωρίς ίχνος αντιδραστικού ''αντί-δυτικισμού''...
Αλλά βεβαίως όλα θα παιχτούν στο επίπεδο της πράξης. Αν οι επαναστατικές δυνάμεις δεν κατανοήσουν τους καιρούς και δεν δράσουν, τότε αυτό το κενό θα το καλύψουν ξένα προς τις λα'ι'κές δυνάμεις πολιτκά συμφέροντα. Και η Αριστερά θα μείνει ακόμη μια φορά με... την παρθενιά της...
Χρήστος Νάσιος Δεκέμβρης 1992 Περιοδικό CONVOY
Σημείωση δική μας : Όσον αφορά την ανάλυση για την ισορροπία δυνάμεων και την τοποθέτηση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα Ελλάδος και Τουρκίας πολλά πράγματα έχουν αλλάξει από το 1992 που γράφτηκε το κείμενο, άλλωστε 20 χρόνια δεν είναι και λίγα και η τότε ανάλυση δεν ανταποκρίνεται ακριβώς στην σημερινή κατάσταση. Οι επισημάνσεις στις τρεις αναρτήσεις του κειμένου δικές μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου