Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2012

(Δυστυχώς...) οι προλετάριοι έχουν ακόμη πατρίδες! 1o μέρος

I. Εθνικό : μαρξιστική φιλολογία ή μαρξιστική μεθοδολογία;

Όσοι κατηγορούν το μαρξισμό ότι δεν διαθέτει κάποια θεωρία για ''το εθνικό ζήτημα'', ουσιαστικά απαιτούν ένα πράγμα : να καταστεί μια θεωρία ... έξω από την ιστορία.

Για το μαρξισμό, όντως, δεν υπάρχει ''το εθνικό ζήτημα'',αλλά όπως σωστά σημείωνε ο Κάουτσκι εθνικά ζητήματα. Δεν υπάρχει κείμενο των κλασικών του μαρξισμού που να αντιμετωπίζει κάποιο εθνικό ζήτημα ανεξάρτητα από την ταξική σκοπιά και έξω από τα συγκεκριμένα ιστορικά πλαίσια.

Το γεγονός ότι ο μαρξισμός δεν αναγνωρίζει ''θεωρητική αυτονομία'' στο εθνικό ζήτημα, διόλου δεν σημαίνει πως δεν αναγνωρίζει την ιστορική ύπαρξη τέτοιων ζητημάτων.

Το αντίθετο, η ενασχόληση με τα εθνικά ζητήματα είναι συνεχής. Η ''έλλειψη'' ανεξάρτητης θεωρίας αναδεικνύει ακριβώς τον ιστορικό χαρακτήρα του προβλήματος ( το εθνικό είναι ένα ''μοντέρνο'' ζήτημα με την ιστορική σημασία του όρου ), αλλά και την αντιθετική φύση του. Αντιθετικό εδώ σημαίνει πως, ανάλογα με την ιστορική συγκυρία και τους εμπλεκομένους, μπορεί να καταστεί είτε ταφόπετρα των ταξικών στόχων, είτε, αντίθετα, ο απαραίτητος όρος της πραγματοποίησής τους.

Λαθεύουν επομένως και αυτοί που προσπαθούν να παρουσιάσουν το μαρξισμό ως ''διεθνιστική ουτοπία'', περίπου συνώνυμη του κοσμοπολιτισμού, όσο και αυτοί που άκριτα ταυτίζουν σε κάθε περίπτωση ''εθνικό'' και ''ταξικό''. Βέβαια, στη μακρά θεωρητική παράδοση του μαρξισμού, δεν είναι δύσκολο για όποιον επιθυμεί να βρει τα κατάλληλα τσιτάτα για να αποφανθεί δογματικά υπέρ της μιας ή της άλλης διαστρέβλωσης.

Για παράδειγμα, οι υποστηρικτές του ''αφηρημένου διεθνισμού'' θα ανέτρεχαν στην αξιωματική τοποθέτηση του Λίμπκνεχτ ότι <<''τα μοναδικά έθνη'' που αναγνωρίζει ο μαρξισμός είναι το ''έθνος'' των προλετάριων και το έθνος των καπιταλιστών...>> 

Ρήση που παραπέμπει μάλλον στον επαναστατικό ρομαντισμό του αναρχισμού (''Κάτω όλα τα ψεύτικα σύνορα''), παρά στην επιστημονική (ιστορική-υλιστική) σκέψη του Μάρξ.

Αλλά βεβαίως και οι υποστηρικτές του ''εθνικού'' θα κατέφευγαν στη γνωστή επιστολή του Ένγκελς στον Κάουτσκι, όπου ρητά αναφέρεται ότι ''χωρίς ενότητα και εθνική αυτονομία, καμιά σοσιαλιστική προοπτική...''. Το να βάζουμε όμως τον Λίμπκνεχτ κατά του Ένγκελς ή τη Λούξεμπουργκ κατάτου Λένιν δεν έχει κανένα νόημα. Ή μάλλον το μόνο νόημα που προκύπτει από αυτές τις ''αντιπαραθέσεις'' είναι η έλλειψη κάποιας δογματικής θέσεις ''υπέρ ή κατά'' του εθνικού ζητήματος. Τα τσιτάτα επομένως δεν χρησιμεύουν σε τίποτα. Σε τίποτα επίσης δεν χρησιμεύουν και τα διάφορα ιστορικά συνθήματα, όσο δημοφιλή και προφανή και αν φαίνονται.

Τι σημαίνει επομένως το σύνθημα ''οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα'', ή το λενινιστικό ''δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνών μέχρι πλήρους κρατικού αποχωρισμού'', έξω από τα συγκεκριμένα ιστορικά πλαίσια διατύπωσης τους ή εφαρμογής τους; Σκανδαλίζει αυτή η διατύπωση; Κι όμως, αν οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα, τότε ασφαλώς δεν μπορεί να τους αφορά το ''δικαίωμα της αυτοδιάθεσης '', και αν η αυτοδιάθεση των εθνών είναι ένα, έστω,απαραίτητο ιστορικό στάδιο της μετέπειτα κοινωνικής χειραφέτησης, αυτό σημαίνει πως ως εκείνη τη στιγμή έχουν πατρίδες ...κλπ. Με ποιο τρόπο λοιπόν μπορούμε να ξεπεράσουμε αυτές τις αντιφάσεις (και όχι μόνο στο συγκεκριμένο) των κλασικών του μαρξισμού;

Πιστεύουμε πως αν και η μαρξιστική φιλολογία δεν μας προσφέρει μια ολοκληρωμένη θέση για το εθνικό, ο μαρξισμός (ως επιστημονική μέθοδος) μας παρέχει τα απαραίτητα εργαλεία για τη διαμόρφωση της ορθής κάθε φορά στάσης και ίσως δυνατότητα διατύπωσης μιας σύγχρονης θέσης για ''τα εθνικά ζητήματα του καιρού μας''.

Αυτή η προσέγγιση, όπως είναι φανερό, αντιμετωπίζει το μαρξισμό ως ανοιχτή θεωρία, και όχι ως δόγμα ή διδασκαλία. Ανοιχτή θεωρία σημαίνει παραγωγή νέας γνώσης και όχι στείρα αποστήθιση ''γνωμικών''. Επομένως, ακόμη μια φορά, ουσιαστικά τον μεταχειρίζονται σαν Αγία Γραφή και όχι ως επιστημονική μέθοδο.

Μια πιθανή διέξοδος λοιπόν από αυτές τις ''αντιφάσεις'' προσφέρει αυτό που ο Ιταλός θεωρητικός Αντόνιο Νέγκρι ονόμαζε ''μαρξιστική ανάλυση του μαρξισμού''. ''...Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι καταρχήν όλοι οι μαρξιστές συγγραφείς πρέπει να υποβάλλονται σε ιστορικοπρακτική κριτική, απόλυτα καθοριστική για την ένταξη και την κατανόηση της σκέψης τους...''. (Για παράδειγμα το Τι να κάνουμε; είναι από τα πιο ''βαρετά'' βιβλία που μπορεί να διαβάσει κάποιος, αν αγνοήσει το ''πότε'' και το ''γιατί'' κάθε λενινιστικής πρότασης...).

Σε ποια εποχή λοιπόν μιλούν οι κλασικοί για το εθνικό; Ποιός είναι ο χαρακτήρας και η ''κίνηση'' του κεφαλαίου; Ποιός ο χαρακτήρας των εθνικών κινημάτων; Ποια εθνικά κράτη υπήρχαν στην εποχή τους; Τι γνωρίζουν για τα εθνικοαπελευθερωτικά ή τα αντιαποικιακά κινήματα; Γνώριζε ο Μάρξ και ο Ένγκελς, η Λούξεμπουργκ και ο Κάουτσκι το ... παλαιστινιακό ζήτημα, το κουρδικό, την Ανγκόλα, την Μοζαμβίκη, την Αιθιοπία, τη Σαχάρα, την Ναμίμπια, την Κύπρο; Άκουσαν ποτέ για την αλγερινή επανάσταση; Κι αντίστροφα, τι υπάρχει σήμερα από τις τρεις μεγάλες πολυεθνικές αυτοκρατορίες του καιρού τους, την Αυστροουγγαρία, την Τουρκία και την Ρωσία; Με άλλα λόγια, υπάρχει σήμερα τίποτε από το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο και για το οποίο μιλούσαν οι κλασικοί της Α΄ και της Β' Διεθνούς; 

Τι σημαίνει επομένως ''μαρξιστική ανάλυση του μαρξισμού''; Μειώνει το μαρξισμό αυτή η μεθοδολογία; Όμως, με ποια λογική ο μαρξισμός δεν θα δεχόταν να υποβληθεί στη δική του (ιστορική-υλιστική) μεθοδολογία, την οποία εφαρμόζει στους άλλους; Ο Μάρξ μίλησε για το ιρλανδικό ζήτημα από την σκοπιά (αρχικά) της αγγλικής εργατικής τάξης και για την αγγλική εργατική τάξη από τη σκοπιά της ευρωπα'ι'κής επανάστασης. Διατυπώνει λοιπόν θέσεις τόσο ''γενικού'' περιεχομένου όπως : '' Όταν ένα έθνος καταπιέζει ένα άλλο δεν είναι και το ίδιο ελεύθερο ...'', καθώς και θέσεις σε σχέση με το συγκεκριμένο ζήτημα. Ο Ένγκελς γράφει απερίφραστα ότι ''στην περίπτωση των Πολωνών και των Ιρλανδών, εθνικισμός και διεθνισμός ταυτίζονται...'' .

Η Λούξεμπουργκ αντιμετωπίζει διαφορετικά (και σε σχέση με τον Μάρξ, του οποίου τις θέσεις θεωρεί ''παλιωμένες'' στο σχετικό ζήτημα) το πολωνικό και διαφορετικά, για παράδειγμα, τον αγώνα των Αρμενίων και των Ελλήνων της Κρήτης. Ο ίδιος ο Λίμπκνεχτ, που αποφαίνεται δογματικά υπέρ ενός αφηρημένου διεθνισμού, μετά το 1848 θεωρεί τη γερμανική ενοποίηση ''... προθάλαμο της εργατικής χειραφέτησης''. Η Α' Διεθνής στο γαλλοπρωσικό πόλεμο έχει δύο γραμμές. Μία γραμμή κατά την έναρξη του πολέμπυ από την Γαλλία και μία άλλη όταν απειλείται πια το Παρίσι από τους Γερμανούς (είναι πάντοτε δηλαδή με τον αμυνόμενο...).

Ποιοι είναι λοιπόν οι σταθεροί άξονες μέσα σε αυτές τις αντιθετικές προσεγγίσεις; Οι άξονες αυτοί κατά τη γνώμη μας είναι δύο :

α) το εθνικό είναι ένα τακτικό ζήτημα και

β) το εθνικό αντιμετωπίζεται πάντοτε από την σκοπιά των συμφερόντων της (ευρωπα'ι'κής καταρχήν) επανάστασης.

Όμως τακτικό δεν σημαίνει δευτερεύον (αν και ο Μάρξ χρησιμοποιεί και αυτήν την έκφραση), ούτε ταξικό σημαίνει αφηρημένο.

Η αντιμετώπιση του εθνικού, όπως και των άλλων κοινωνικών και ιστορικών προβλημάτων, πρέπει να γίνεται με βάση την αρχή ότι ''το αληθινά πραγματικό δεν είναι το άμεσα αντιληπτό, αλλά το σύνολο των πραγματικών προσδιορισμών ...''. Τι σημαίνει λοιπόν ''εθνικό'' έξω από τους ιστορικούς όρους που, ακριβώς, το ορίζουν; Τι σημαίνει εθνικισμός για τον επιτιθέμενο και ''εθνικισμός'' για τον αμυνόμενο; Τι σημαίνει, για παράδειγμα, η υπεράσπιση της πατρίδας στην περίπτωση της Κούβας, σήμερα; Τι σημαίνει η διεκδίκηση μιας πατρίδας για τους Παλαιστινίους και τους Κούρδους;

Θα έγραφε ακόμη και σήμερα ο Μάρξ, έτσι γενικόλογα (!!) - οποία ιεροσυλία ...- ότι οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα; Τα κείμενα λοιπόν της 'Α και της Β' Διεθνούς κινούνται μέσα στο θετικίστικο και διαφωτιστικό κλίμα της εποχής τους, αντιμετωπίζουν το εθνικό έτσι όπως εμφανιζόταν εκείνη την περίοδο και, το κυριότερο, αποπνέουν έντονο ευρωκεντρισμό. Για παράδειγμα, ο Κάουτσκι πιστεύει ότι οι διάφορες ''εθνικές γλώσσες'' σιγά σιγά θα καταστούν τοπικές διάλεκτοι και τελικά θα επικρατήσει μια παγκόσμια γλώσσα! Ο καθένας καταλαβαίνει ότι αυτό το εφιαλτικό σενάριο δεν μπορεί να είναι κομμουνιστικό. Γιατί άλλο πράγμα είναι η παγκοσμιοποίηση της ''μετακαπιταλιστικής ατομικότητας'' και άλλο η επιβολή της γλώσσας του ...κεφαλαίου.

Με τη σειρά του ο ''άξεστος γραφειοκράτης'' Στάλιν, ζώντας σε διαφορετικό κλίμα και αντιμετωπίζοντας στην πράξη το ζήτημα ειρωνεύεται, και ορθά, αυτή την ''ορθόδοξη'' θέση του Κάουτσκι. Ο Ένγκελς από την πλευρά του θεωρεί ότι τα έθνη που δεν διαθέτουν κράτος, όπως π.χ οι Τσέχοι και οι Σλοβάκοι θα εξαφανιστούν. Όπως πολύ σωστά παρατηρεί ο Έλληνας μαρξιστής Ν.Ψυρούκης ''... ο Μάρξ (τουλάχιστον της νεανικής περιόδου) δεν έπαιρνε υπόψιν του τον αποικιακό χαρακτήρα του συστήματος ...''. Και αυτό είναι πέρα για πέρα αληθινό, αφού ο Μάρξ (ας το πούμε έτσι για τους νεότερους συντρόφους, που πρέπει να είναι ριζοσπάστες και με τον μαρξισμό) δεν χρησιμοποιεί πουθενά τη λέξη ιμπεριαλισμός! Στα τέλη φυσικά της ζωής του, αντιλαμβανόμενος την ευρωκεντρική οπτική του, ασχολείται με την μελέτη των ανατολικών κοινωνιών και τον ασιατικό τρόπο παραγωγής. Θα πρέπει λοιπόν να περιμένουμε τον Λένιν για να περάσουμε στην πραγματική ιστορία του μαρξισμού, σε αυτό που ο Ιταλός φιλόσοφος Κοστάντσο Πρέβε ονομάζει πλήρη παγκοσμιοποίησή του. Με τον Λένιν τα προβλήματα δεν τίθενται απλά αλλά επιχειρείται και η ιστορικοπρακτική λύση τους. 

Ο Λένιν ορίζει λοιπόν μια για πάντα αυτό που θεωρεί το σημαντικότερο στοιχείο στον Μάρξ, την έννοια, αλλά και την πραγματικότητα του ''καθορισμένου κοινωνικού σχηματισμού''. Όχι πια το παγκόσμιο προλεταριάτο και η παγκόσμια αστική τάξη (παρόντα βεβαίως και τα δύο στην ανάλυση των τάσεων κεφαλαίου και εργασίας), αλλά οι συγκεκριμένες κοινωνικές σχέσεις, οι παραγωγικές σχέσεις, το συγκεκριμένο θα λέγαμε ''κοινωνικό υλικό'', και άρα οι συσχετισμοί δύναμης, τα κράτη και, κυρίως, ο ιμπεριαλισμός. 

Το εθνικό κράτος επομένως δεν είναι πια ''αστική απάτη'', αλλά το αποτέλεσμα της ιστορικής διαπλοκής πολλών παραγόντων. Όχι πλέον αφηρημένες αρχές προς πάσαν χρήση, αλλά συγκεκριμένη ανάλυση του πραγματικού. Ενότητα πολλών προσδιορισμών, το ονόμαζε ο Μάρξ.

Γράφει λοιπόν ο Λένιν : ''... Η πιο συχνή και η πιο μεγάλη αδυναμία στις συζητήσεις πάνω σε αυτό το ζήτημα (σχέση εθνικού/διεθνικού) είναι η έλλειψη ιστορικής άποψης και συγκεκρινότητας. Είναι συνηθισμένο το πέρασμα κάθε λογής λαθρεμπορίου κάτω από τη σημαία των γενικών φράσεων...''. Τα σχόλια εδώ είναι τελείως περιττά. Ποια επομένως είναι η ορθή αντιμετώπιση του ζητήματος; Ο Λένιν γράφει ξεκάθαρα : ''... Απόλυτη απαίτηση της μαρξιστικής θεωρίας είναι, όταν εξετάζεται ένα οποιονδήποτε πρόβλημα, να τοποθετείται μέσα σε ορισμένα ιστορικά πλαίσια και ύστερα αν προκειται για μια χώρα (λ.χ το εθνικό πρόγραμμα μιας δοσμένης χώρας) να παίρνονται υπόψη οι συγκεκριμένες ιδιομορφίες που κάνουν αυτή τη χώρα να διαφέρει από τις άλλες μέσα στα όρια της μιας και της ίδιας εποχής ...''. Επομένως, να σημειώσουμε εδώ πρώτον τον απόλυτα λενιστικό χαρακτήρα της πρότασης του Α.Νέγκρι, που είδαμε προηγουμένως, και δεύτερον την επιβεβαίωση του ότι τα συνθήματα δεν έχουν νόημα όχι μόνο σε διαφορετικές εποχές, αλλά και σε διαφορετικές χώρες (θα δούμε πιο κάτω από ποια άποψη διαφορετικές) μέσα στην ίδια εποχή.

Αξίζει λοιπόν τον κόπο να θυσιάσουμε τη μαρξιστική φιλολογία στη μαρξιστική μεθοδολογία, ή αντίθετα θα μείνουμε ''πιστοί'' και θρησκευόμενοι ''μαρξιστές'';

Χρήστος Νάσιος Δεκέμβρης 1992 Περιοδικό CONVOY

Σημείωση δική μας : Ανεβάζουμε το κείμενο σε τρία μέρη λόγω πολύ εκτεταμένου μεγέθους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου