Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2012

Ερωτήματα και αμφιλεγόμενες έννοιες σε ένα άρθρο της Independent


«Δεν πρόκειται για ρητορικό κόλπο ο παραλληλισμός με το Ναζισμό». Με αυτόν τον τίτλο δημοσιεύτηκε στην βρετανική εφημερίδα The Independent, στις 30 Αυγούστου, άρθρο της  Laurie Penny, το οποίο αναφέρεται στη δράση της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα. Με μια πρώτη ανάγνωση δύσκολα μπορεί κανείς να διαφωνήσει με τις επισημάνσεις της δημοσιογράφου ως προς τα της Χρυσής Αυγής.  Δεν λέει άλλωστε κάτι εξαιρετικά πρωτότυπο σε σχέση με πολλά άλλα άρθρα που έχουν γραφτεί ή αναρτηθεί στο διαδίκτυο όλους τους τελευταίους μήνες σχετικά με το φαινόμενο της ανόδου του φασισμού στη χώρα μας.
Μάλιστα, αρκετά από τα υπόλοιπα άρθρα είναι και πολύ πιο καταρτισμένα επιστημονικά αναδεικνύοντας ορισμένους ιστορικούς παραλληλισμούς με τη δεκαετία του ’30 σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο και πολύ πιο διεισδυτικά ως προς τα πώς και τα γιατί της ανόδου της Χρυσής Αυγής και το χειρότερο της πολύ μεγαλύτερης επιρροής της σε σύγκριση με τα εκλογικά της ποσοστά.  Λόγω όλων αυτών, είναι μάλλον περιττό να επαναλάβουμε και εδώ σε πόσα πολλά συμφωνούμε με την αρθρογράφο ως προς τα της Χρυσής Αυγής και ως προς της υποστήριξης που χαίρει από τα διάφορα σώματα ασφαλείας, στο πλαίσιο του αναδυόμενου παρακράτους.
Το θυμικό όμως δεν είναι καλός σύμβουλος για την εξαγωγή συμπερασμάτων. Πόσο μάλλον, όταν πρόκειται για το θυμικό εκείνων που νιώθουν πολύ καλά ότι βρίσκονται ακριβώς απέναντι από το στόχαστρο των νεοφασιστικών ορδών και ενώ επισημαίνουν τον κίνδυνο εδώ και καιρό, μοιάζουν να μιλούν σε ώτα μη ακουόντων. Το άρθρο της Independent είναι αναμφιβόλως μια κάποια δικαίωση. Εκτός αυτού, όμως, το συγκεκριμένο άρθρο δυστυχώς, σε μια δεύτερη και τρίτη ανάγνωση, και χωρίς πέπλα συναισθηματισμού, δεν είναι τόσο ακριβές. Ή καλύτερα, εμπεριέχει ορισμένα ιδιαίτερα ανησυχητικά στοιχεία.
«Εθνικές μειονότητες» στο κέντρο της Αθήνας;
Το πρώτο που επισημαίνει κανείς είναι ο ίδιος ο υπότιτλός του. «Πραγματικοί φασίστες με πραγματικές μαύρες μπλούζες κραδαίνουν σβάστικες και δολοφονούν εθνικές μειονότητες στην Αθήνα». Τι δεν πάει καλά με αυτή τη διαπίστωση, που επαναλαμβάνεται πολλές φορές στο κείμενο; Μα οι εθνικές μειονότητες.Ο όρος εθνική μειονότητα έχει συγκεκριμένη νομική και θεσμική βαρύτητα με βάση το διεθνές δίκαιο. Εθνική μειονότητα είναι οι Κούρδοι στην Τουρκία. Υπάρχει κάτι τέτοιο στην Ελλάδα και μάλιστα στο κέντρο της Αθήνας; Κατ’ αντιστοιχία, οι νόμιμοι ή παράνομοι μετανάστες στη Βρετανία αποτελούν εθνική μειονότητα; Στην Ελλάδα, αναγνωρίζεται ως θρησκευτική μειονότητα μόνο η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη.
Είναι εύκολο να υποθέσει κανείς ότι πρόκειται για μια μικρή λεκτική παραδρομή, στην οποία δεν πρέπει να δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα από όση της αρμόζει. Δεν είναι όμως έτσι. Η ύπαρξη εθνικών μειονοτήτων, και μάλιστα μειονοτήτων που υφίστανται διωγμούς και σφαγές, δεν συνιστά απλώς παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Έχει αποτελέσει το πιο χρησιμοποιημένο επιχείρημα ιμπεριαλιστικών και άλλων δυνάμεων για την εξαπόλυση πολέμων, επιχειρήσεων διάλυσης χωρών, ισοπέδωσης ολόκληρων κρατών. Στα Βαλκάνια έχουμε μακράν, και δυστυχώς πικράν και αιματηρή πείρα, από το τι σημαίνει εθνική μειονότητα και εκμετάλλευση της παρουσίας της. Στη δε πρόσφατη ελληνική ιστορία δεν είναι λίγες οι απόπειρες αναζωπύρωσης τέτοιων ζητημάτων στο πλαίσιο, προφανώς, ευρύτερων σχεδίων, πχ τα περί Τσαμουριάς ή ακόμη και η διαρκής προσπάθεια της τουρκικής διπλωματίας να βαφτίζει την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης τουρκική.
Ακόμη και αν δεχτεί κανείς ότι η δημοσιογράφος της Independent δεν γνωρίζει τη διαφορά ανάμεσα στις έννοιες της κοινότητας μεταναστών και της εθνικής μειονότητας –η οποία είναι τεράστια- είναι πράγματι απορίας άξιο το πώς αυτή τη διαφορά δεν τη γνωρίζει ούτε η διεύθυνση της εφημερίδας –μίας από τις μεγαλύτερες και πιο καταξιωμένες βρετανικές εφημερίδες. Είναι απορίας άξιο πως στη Βρετανία, η οποία ως αποικιοκρατική και στη συνέχεια ιμπεριαλιστική δύναμη, έχει τόσες φορές αξιοποιήσει τα περί εθνικών μειονοτήτων, ένας δημοσιογραφικός οργανισμός υποπίπτει σε τέτοιο λάθος. Και βέβαια, είναι κανείς ν’ απορεί πώς ένα άρθρο που φιλοδοξεί να είναι αντιναζιστικό δίνει ένα τόσο καλό «επιχείρημα», έστω και αν δεν είναι αληθές, στη Χρυσή Αυγή, η οποία, προς το παρόν, δεν το έχει χρησιμοποιήσει, περιμένοντας ίσως μια καταλληλότερη στιγμή.
Οι «ευθύνες» των  ευρωπαϊκών κυβερνήσεων
Δυστυχώς, δε, δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα με το συγκεκριμένο άρθρο. Σε διάφορα σημεία του, η αρθρογράφος επικρίνει τις ευρωπαϊκές ηγεσίες ότι δεν αντιδρούν στο φαινόμενο της ανόδου του ναζισμού στην Ελλάδα, ότι δεν παρεμβαίνουν, αν και αναγνωρίζει την ιστορική σύνδεση της ανόδου του φασισμού με την ολοένα βαθύτερη οικονομική κρίση. Δεν θα μπούμε καν στη διαδικασία ανάλυσης όλης αυτής της αντίφασης, θέτοντας ερωτήματα του τύπου «ποιες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ποια τάξη και ποια συμφέροντα εξυπηρετούν αυτές οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κλπ κλπ» γιατί αντιλαμβανόμαστε πολύ καλά ότι σε μια εφημερίδα σαν την Independent δεν μπορεί εύκολα κανείς ν’ «ανοίξει» τέτοια ζητήματα.
Δεν γίνεται, όμως, να μην αναρωτηθούμε ορισμένα πολύ απλά πράγματα. Αγνοεί η αρθρογράφος τη συνθήκη Δουβλίνο 2; Μάλλον ναι. Γιατί αρκετοί από αυτούς τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους που στοιβάζονται σε απάνθρωπες συνθήκες στο κέντρο της Αθήνας, δεν είχαν στο νου τους να εγκατασταθούν στην Ελλάδα. Δεν μπορούν όμως να απεγκλωβιστούν πλέον από αυτήν εξαιτίας της Συνθήκης Δουβλίνο 2, την οποία υπέγραψαν φαρδιά πλατιά οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για να «νίπτουν τας χείρας τους» ως προς το ζήτημα.
Μήπως, επίσης, η καλή δημοσιογράφος, κάνοντας μια γύρα στο κέντρο της Αθήνας, διαπίστωσε –έτσι με μια ματιά- από ποιες χώρες προέρχονται οι περισσότεροι μετανάστες; Μήπως είναι από χώρες που διέλυσαν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις συμμετέχοντας ή προκαλώντας στρατιωτικές επεμβάσεις, πολέμους, οικονομικές καταστροφές, ξεριζωμούς; Μας είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε ότι ξαφνικά και χωρίς κανένα λόγο, Ιρακινοί, Αφγανοί, Πακιστανοί, Σύροι (σήμερα), Βούλγαροι, Ρουμάνοι κ.ά., αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους για να στοιβαχτούν στους δρόμους μιας ξένης χώρας μην έχοντας στον ήλιο μοίρα. Η δική της κυβέρνηση,  μήπως έχει κάποια ευθύνη; Ή για το Δουβλίνο 2 ή για όλες αυτές τις, παντός είδους, επεμβάσεις;
Γιατί, έτσι όπως διατυπώνονται οι επικρίσεις στο άρθρο, αναρωτιέται κανείς, πώς ακριβώς θα μπορούσαν να επέμβουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η ΕΕ. Και αν αφαιρέσουμε το ενδεχόμενο της επαναστατικής προοπτικής στις ευρωπαϊκές χώρες οπότε φυσικά το όλο θέμα εισέρχεται σε άλλες διαστάσεις –γιατί μάλλον δεν εννοεί κάτι τέτοιο η Laurie Penny- τι ακριβώς θα μπορούσαν να κάνουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η ΕΕ, πέραν των όσων ήδη έκαναν και κάνουν για να υπάρχει η τωρινή κατάσταση; Να εκδώσουν καταδικαστικά ψηφίσματα για την κατάσταση με τους μετανάστες στην Ελλάδα όταν οι ίδιες ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για το φαινόμενο; Ή μήπως να εξαπολύσουν κάποιου είδους «επιχείρηση» για ανθρωπιστικούς, πάντα, λόγους, όπως έχουν πράξει πολλές φορές στο παρελθόν;
Γιατί πέραν αυτών των δύο, δεν μοιάζει να υπάρχει κάποια άλλα εκδοχή, τουλάχιστον, στο πλαίσιο των γραφομένων της Laurie Penny, η οποία, παρεμπιπτόντως, δεν κάνει καν νύξη για τα κυκλώματα των δουλεμπόρων, για τα τεράστια κέρδη πίσω από αυτά, για τις υψηλές τους γνωριμίες –όχι μόνο στην Ελλάδα- για την άρνηση της γείτονος χώρας να ελέγξει τα σύνορά της με το τελευταίο θέμα να εμπίπτει, επίσης, στις αρμοδιότητες και της ΕΕ και των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων λόγω και των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας. Βέβαια, θα σκεφτεί κανείς, εδώ η ΕΕ δεν «εξερράγει» ως όφειλε, όταν οι τουρκικές αρχές έκαιγαν ζωντανούς πολιτικούς κρατούμενους στις φυλακές κατά τη διάρκεια των μεγάλων κινητοποιήσεών τους, θα ασχοληθεί τώρα με τα ψίχουλα; Μπρος στα κέρδη, τι είναι η ανθρώπινη ζωή;
Για να μην αναφερθούμε στο αυτονόητο: όταν ταυτίζεις το φασισμό με τον κομμουνισμό, όταν η θεωρία των δύο άκρων γίνεται επίσημη ιδεολογία σου, όπως έγινε στην ΕΕ με την θετική ψήφο των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων που η καλή αρθρογράφος επικαλείται, όταν εξομοιώνεις τη φασιστική και τη ρατσιστική βία με τους εργατικούς αγώνες, το μαζικό λαϊκό κίνημα επικαλούμενος, δήθεν τότε, τη νομιμότητα, τότε εσύ είσαι ο θεωρητικός γεννήτορας των «ορδών νεοναζί» που οργώνουν τους δρόμους της Αθήνας.
Η ελληνική κυβέρνηση «είχε ευθύνη» όταν κέρδιζε η ελληνική αστική τάξη από τα «φτηνά εργατικά χέρια»;
Ένα ακόμη αμφιλεγόμενο σημείο στο συγκεκριμένο άρθρο είναι και η κριτικής της προς την ελληνική κυβέρνηση, με αναφορά κυρίως στο πρόσωπο του υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Ας δεχτούμε την κριτική της, αν και μοιάζει ν’ αγνοεί στοιχεία της πρόσφατης ιστορίας κυρίως στα Βαλκάνια και στην πρώην Γιουγκοσλαβία –για να μην πάμε προς την Μέση Ανατολή πχ το Λίβανο-  όπου θρησκευτικές κοινότητες, ενισχυμένες από ξένες δυνάμεις, διαδραμάτισαν διαλυτικό ρόλο για χώρες πολύ ισχυρότερες και σε πολύ καλύτερη κατάσταση από την Ελλάδα σήμερα.  Μοιάζει επίσης ν’ αγνοεί ότι ανάλογα περιστατικά βίας διαδραματίζονται, σε διαφορετικό βαθμό και σίγουρα με πολύ περισσότερη μεθοδικότητα και πείρα, και στους δρόμους της Βρετανίας και της Γαλλίας από τις οργανώσεις που η ίδια κατονομάζει και το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο.
Δεν κάνει, όμως, καμία κριτική για τους διθυράμβους των ελληνικών κυβερνήσεων και της ελληνικής αστικής τάξης για την «ευλογία της μετανάστευσης», ιδιαίτερα από τη δεκαετία του ’90 και μετά, όχι φυσικά επειδή ένιωθαν κάποια συμπάθεια για αυτούς τους φτωχοδιαβόλους, αλλά επειδή τους χρησιμοποίησαν ως φτηνά εργατικά χέρια. Μετανάστες δεν ήταν τα πρώτα πειραματόζωα των αφεντικών για δουλειά χωρίς ωράριο, χωρίς μέτρα ασφαλείας, χωρίς μεροκάματο, χωρίς ασφάλιση;  Η πείνα τους και η δυστυχία τους δεν χρησιμοποιήθηκε ως όχημα για να τους αξιοποιήσει το σύστημα ως πολιορκητικό κριό για τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων και κάθε είδους εργατικής κατάκτησης στην Ελλάδα; Το 2004 και τα Ολυμπιακά έργα δεν είναι τόσο μακρινά. Η «μεγαλοπρεπής» πορεία της Ελλάδας στην ΕΕ, το «ευρωπαϊκό όραμα» στο οποίο θεμελίωσε όλη της τη ρητορική η ελληνική αστική τάξη αλλά και τα «έργα που δεν είναι μακέτο», δεν απέχουν πολύ από το σήμερα.  –Και φυσικά δεν κέρδισε μόνο η ελληνική αστική τάξη από όλη αυτήν πορεία. Το «μεζέ» τους τον πήραν και οι …οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.)
Αυτή την ευθύνη των ελληνικών κυβερνήσεων, όμως, η συμπαθής αρθρογράφος δεν την εντοπίζει, αν και αποτελεί τη λογική συνέχεια της τωρινής στάσης της ελληνικής κυβέρνησης και των αρμόδιων αρχών. Το «σκλάβο» τον θέλεις όσο σου είναι χρήσιμος, γι αυτό και κάνεις τα στραβά μάτια. Τώρα που υπάρχουν χιλιάδες εν δυνάμει «σκλάβοι», όπως αποδεικνύουν τα ποσοστά ανεργίας, ο αρχικός «δούρειος ίππος» μπορεί να πεταχτεί στο πυρ το εξώτερο ενώ ταυτόχρονα θα χρησιμοποιείται και ως «αφορμή» για την αναδιοργάνωση των «ταγμάτων εφόδου».
Τέλος, όλο το άρθρο της Laurie Penny αφήνει να εννοηθεί ότι οι δρόμοι της Αθήνας είναι αδιάβατοι σε πρώτο επίπεδο για τους μετανάστες αλλά και για οποιονδήποτε διαφωνεί με τους νεοναζί. Τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.
Πρόβλημα στο κέντρο της Αθήνας και σε διάφορες υποβαθμισμένες συνοικίες της υπάρχει. Και θα πρέπει επιτέλους σύσσωμη η αριστερά και οι οργανώσεις της ν’ αναγνωρίσουν ότι υπήρχε πολύ πριν ο νεοναζί περιθωριακός υπόκοσμος αναδειχθεί σε συλλογικότητα και πολιτικός φορέας. Υπήρχε όχι γιατί οι μετανάστες είναι κακοί, και υπάνθρωποι. Αλλά γιατί ο οποιοσδήποτε άνθρωπος, εμείς οι ίδιοι, όταν βρισκόμαστε εξαθλιωμένοι, πεινασμένοι, ξεχασμένοι από τους πάντες, στους δρόμους μιας ξένης χώρας, όπου οι αρχές μας φέρονται σαν ζώα, τότε θα φερθούμε αναλόγως. Τότε, θα προσπαθήσουμε να επιβιώσουμε. Ήταν και είναι τραγικό το ότι σύσσωμη η αριστερά, αντί να δώσει το δικό της στίγμα και τη δική της πρόταση, για τη διαρκή χειροτέρευση των συνθηκών ζωής στο κέντρο της Αθήνας, άφησε το πεδίο ελεύθερο στην  φασιστική κτηνωδία να βάλει το δικό της πρόσημο στη δικαιολογημένη δυσφορία και δυσαρέσκεια της τοπικής κοινωνίας.
Παρόλα αυτά, ούτε πριν ήταν αδιάβατοι οι δρόμοι στο κέντρο της Αθήνας, όπως πολλοί δήθεν εξαγριωμένοι «κάτοικοι» που αποδείχτηκαν μέλη της Χρυσής Αυγής διατυμπάνιζαν δημιουργώντας κλίμα πανικού, ούτε τώρα είναι αδιάβατοι. Ακόμη τουλάχιστον. Στο χέρι μας είναι να τους κρατήσουμε ανοιχτούς. Οφείλουμε τουλάχιστον να το προσπαθήσουμε. Και αυτό δεν θα γίνει ούτε με πολεμικές ιαχές, ούτε με κραυγές που απαντούν ακριβώς σε αυτό που οι φασίστες θέλουν να καλλιεργήσουν: κλίμα φόβου, τρομοκρατίας, βίας. Το στοίχημα είναι να μην καταφέρουν να καλλιεργήσουν αυτό το κλίμα, να μην ακούγονται οι κραυγές τους, να μην υπάρχουν ώτα να τους ακούν. Το ζήτημα δεν είναι αν θα χυθεί αίμα. Αν χρειαστεί, θα χυθεί και αίμα. Αλλά το ζήτημα είναι πώς θα αποτρέψουμε να χυθεί αίμα βάζοντας στο λούμπεν περιθώριο όπου ανήκουν αυτές τις φιγούρες του υποκόσμου που περιφέρονται γραφικά ωρυόμενες.
Για όλα τα παραπάνω, ίσως θα ήταν καλό, να υπάρχει πάντα μια πρώτη και μια δεύτερη ματιά σε κάθε άρθρο που αναφέρεται στα τεκταινόμενα στην Ελλάδα και να μην αναπαράγεται τόσο ελαφρά τη καρδία το ο,τιδήποτε μπορεί σε πρώτο επίπεδο να μοιάζει πολύ καλό αλλά σε δεύτερο να φιλοξενεί ορισμένα αμφισβητούμενα, έστω, σημεία, που μπορούν όμως να αξιοποιηθούν ποικιλοτρόπως. Ιδιαίτερα δε που η ελληνική αριστερά έχει πλείστα όσα παραδείγματα για τον τρόπο με τον οποίο έχουν χρησιμοποιηθεί ακόμη και αξιοπρεπή ΜΜΕ από ποικίλα κέντρα και ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για να διαμορφώσουν πραγματικότητα πέραν της πραγματικότητας.
ΠΗΓΗ inprecor
Το αρχικό άρθρο της Laurie Penny από τον Independent στα αγγλικά ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου