Σάββατο 18 Αυγούστου 2012

“Υπερεθνικότητα” vs έθνους και διεθνισμού.

Σημείωση δική μας : Μία πολύ καλή ανάλυση για την αντίθεση των παραδοσιακών δομών του έθνους κράτους με τον  σύγχρονο υπερεθνικό καπιταλισμό της Νέας Τάξης και τις επιδιώξεις του. Αυτές οι αντιθέσεις οξύνονται στο έπακρο ειδικά στις περιπτώσεις εθνών της περιφέρειας όπως η Ελλάδα που φυσικά όπως απέδειξαν τα γεγονότα ανήκει πολύ περισσότερο στην περιφέρεια και στις εξαρτημένες χώρες παρά στην μητρόπολη σε διάψευση των ιδεολογημάτων του συρμού που κυριαρχούσαν τόσα χρόνια και τοποθετούσαν την Ελλάδα στον σκληρό πυρήνα της μητρόπολης και του ιμπεριαλισμού. Κάποιοι ανακαλύπτουν σήμερα πράγματα που από εδώ τα έχουμε κάνει σημαία από την πρώτη μέρα. Κάλλιο αργά παρά ποτέ. Χαιρετίζουμε τα βήματα προόδου που σημειώνουν.

    
Η ανάρτηση στο κατά τη γνώμη μου πολύ ενδιαφέρον μπλογκ Lenin Reoaded του άρθρου με τον τίτλο
έδωσε την αφορμή για την πρώτη ανάρτησή μου σε αυτό εδώ το μπλογκ, όπως ακολουθεί:
Η συγκρότηση του σύγχρονου έθνους-κράτους ιστορικά υπήρξε παντού καρπός της επαναστατικής (με τη μια η άλλη μορφή) ανόδου της αστικής τάξης, πράγμα που (με κάποιο κίνδυνο “μεταφυσικοποίησης”) μπορεί να το πει κανείς κι έτσι: η συγκρότηση του έθνους-κράτους υπήρξε, ιστορικά, επαναστατικός καρπός.
Αυτό ισχύει π.χ για το τυπικό πρότυπο της αστικής επανάστασης: τη Γαλλία του 1789, ισχύει για τη Γερμανία του 1848, ισχύει για τις επαναστάσεις των λατινοαμερικάνικων κρατών ενάντια στην ισπανική αποικιοκρατία, ισχύει και για την ελληνική επανάσταση του 1821 (όπου λόγω ιδιαίτερων συνθηκών το ταξικό στοιχείο επικαλύφθηκε φαινομενικά από το εθνικό, ακόμα και το θρησκευτικό). Αυτά είναι μερικά μόνο παραδείγματα, θα μπορούσε να προστεθεί μια ατελείωτη σειρά.
Αντίθετα η σημερινή επιχείρηση προκρούστειας “υπέρβασης” του έθνους-κράτους αποτελεί επιδίωξη των ηγετικών κύκλων του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του καπιταλισμού που έχει γίνει ολοκληρωτικά αντιδραστικός ιστορικά, και αποσκοπεί ουσιαστικά, όχι βέβαια στην δι-εθνική συνεργασία των λαών, αλλά στην αντικατάσταση των εθνών κρατών από μια “ομογενοποιημένη” αγορά κάτω από την άμεση πολιτική και οικονομική τους διεύθυνση.
Μέσα σε αυτό το γενικό πλαίσιο εντάσσεται και η επιδίωξη “αντικατάστασης” του επιπέδου ανάπτυξης της ταξικής πάλης σε κάθε χώρα από την “υπερεθνικά” συγκεντρωμένη πολιτική εξουσία των καπιταλιστικών μονοπωλίων πάνω στο σύνολο των λαών της “ομογενοποιημένης αγοράς” τους. Πράγμα που δεν απαλλάσσει την ίδια αυτή εξουσία από τις ανταγωνιστικές αντιθέσεις που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της, στη βάση της αντιλαϊκής αντεργατικής της ενότητας:
Η «υπερεθνικότητά» της συνίσταται και εμφανίζεται ως πλευρά της ενιαίας εξουσίας τους κατά των λαών και των εργαζομένων σε διεθνές επίπεδο. Κάθε όμως εσωτερική της αντίθεση που ξεπερνά ένα κρίσιμο όριο, αποκαλύπτει τον δι-εθνικό χαρακτήρα της και την διαρκή δυνατότητα μετατροπής της ένωσης σε ανταγωνιστική αντιπαλότητα για την ξεχωριστή διεκδίκηση από κάθε δύναμη των ιδιαίτερων «δικαιωμάτων» της στην ληστεία των λαών.
Αυτό που έλεγε ο Λένιν για τις «Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης» ισχύει και για αυτές, αλλά ισχύει και ευρύτερα για κάθε δι-εθνική ένωση του μονοπωλιακού κεφαλαίου: Ή θα είναι αδύνατη ή θα είναι αντιδραστική.
Το έθνος-κράτος, ευρύτερα η εθνική συγκρότηση, αποτελεί ιστορική προοδευτική βαθμίδα της κοινωνικής ανάπτυξης, της ανάπτυξης της κοινωνίας.
Ίσως την πιο πρόσφατη τέτοια βαθμίδα που κατοχυρώθηκε επαναστατικά: και σε τελική ανάλυση σε αυτό συνηγορεί και η πραγματικότητα της ΕΣΣΔ σαν ένωση εθνών, πολλά από τα οποία κατέκτησαν την εθνική τους υπόσταση εντός και χάρη ακριβώς στην ύπαρξη της ΕΣΣΔ.
Στο σημερινό, αντικοινωνικό στάδιό του, ο μονοπωλιακός καπιταλισμός έρχεται αντιμέτωπος με την ανάπτυξη της κοινωνίας, αντιμέτωπος με την ανώτερη υπαρκτή βαθμίδα ανάπτυξής και συγκρότησής της, αντιμέτωπος με τον “κίνδυνο” επίσης η βαθμίδα αυτή να δώσει την θέση της σε μια ανώτερη βαθμίδα διεθνικής συγκρότησης βασισμένης στην ανάπτυξη της κοινωνίας και όχι στην ανάπτυξη του κεφαλαίου.
Γι’ αυτό, και στην υπαρκτή υλική βάση της “υπερσυγκέντρωσης” (*) του μονοπωλιακού κεφαλαίου, στρέφεται κατά του έθνους – κράτους, στρέφεται έτσι ταυτόχρονα κατά του ιστορικά δοσμένου βαθμού ανάπτυξης της ταξικής πάλης, επιχειρεί να αντικαταστήσει τον τελευταίο με τη δική του κυριαρχία πάνω από αυτό το βαθμό, αποδιαρθρώνει (οικονομικά και πολιτικά) την εθνική συγκρότηση επιχειρώντας την “υπέρβασή” της μέσω της αγοραίας “ομογενοποίησης” που ταυτόχρονα αποτελεί την δική του απάντηση εναντίον κάθε προοπτικής συγκρότησης μιας νέας βαθμίδας δι-εθνικής συνεργασίας.
Ο εθνικισμός, σαν αντίδραση τμημάτων του κεφαλαίου σε αυτή τη συνολική τάση του εκμεταλλευτικού συστήματος στο οποίο τα ίδια αυτά τμήματα εντάσσονται, είναι στην πραγματικότητα ανίκανος να αντιπαρατεθεί σε αυτή την «τάση».
Όχι μόνο είναι ανίκανος, αλλά στην πράξη αποτελεί εργαλειακό της εξάρτημα, εφόσον από τη φύση τους οι διάφοροι εθνικισμοί «συμψηφίζονται» μέσω της «φυσικής» τους αντιπαλότητας, η οποία καθίσταται εν τέλει το μέσο για να επιβληθεί πάνω σε αυτήν η «υπερεθνική» ιμπεριαλιστική ρύθμιση.
Το πολύ που μπορεί αντικειμενικά να επιτύχει ο εθνικισμός (που σε τίποτα ουσιαστικό δεν ταυτίζεται με τα κινήματα της εθνικής απελευθέρωσης, διεκδίκησης και διατήρησης της εθνικής ανεξαρτησίας), είναι μια σχετικά προνομιακή θέση του τμήματος του κεφαλαίου που εκπροσωπεί σε βάρος των ανταγωνιστών του εντός του πλαισίου των επιδιώξεων των «υπερεθνικών» ενώσεων του ιμπεριαλισμού και όχι εναντίον τους.
Και ακόμα χειρότερα, ο εθνικισμός αποτελεί και χρησιμοποιείται συνειδητά από την εξουσία των μονοπωλίων, ως το «αντίπαλο δέος» κατά της συνεπούς ανάπτυξης του κινήματος της εργατικής τάξης και κατά της οικοδόμησης των συμμαχιών της με τα ευρύτερα καταπιεζόμενα στρώματα της κοινωνίας, κατά επίσης της οικοδόμησης των διεθνών συμμαχιών της, δηλαδή με μια φράση κατά της μοναδικής δύναμης που είναι σε θέση να αποτελέσει φραγμό και διέξοδο απέναντι στα σχέδια και τις επιδιώξεις της «υπερεθνικά» συγκεντρωμένης δύναμης των καπιταλιστικών μονοπωλίων…
(*) Μπορεί ορισμένους να ξενίζει η χρήση του όρου «υπερσυγκέντρωση», σε σχέση με τον βαθμό συγκέντρωσης του κεφαλαίου.
Όμως από τη στιγμή κι έπειτα, όπου η ανάπτυξη του κεφαλαίου, και συνακόλουθα ο βαθμός της συγκέντρωσής του, άρχισε να αποτελεί μέγεθος ολωσδιόλου ξεχωριστό από τα μεγέθη που αφορούν την ανάπτυξη της κοινωνίας, από τη στιγμή που επίσης η ανάπτυξη του κεφαλαίου άρχισε να αποτελεί όρο που αντιστρατεύεται την ανάπτυξη της κοινωνίας και τους όρους αυτής της ανάπτυξης, από τη στιγμή που τα ποσοτικά μεγέθη της αντίθεσης ανάμεσα στην κοινωνική φύση των παραγωγικών δυνάμεων και τον ατομικό χαρακτήρα της ιδιοποίησής τους μεταβλήθηκαν σε μια «νέα ποιότητα», από τη στιγμή δηλαδή που ο «παλιός» καπιταλισμός του ελεύθερου συναγωνισμού έδωσε οριστικά τη θέση του στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, στο στάδιο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, από τότε κι έπειτα μπορεί κατά τη γνώμη μου να γίνεται λόγος για καπιταλισμό που αναπτύσσεται με όρους υπερσυγκέντρωσης του κεφαλαίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου